Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

Σεπτεμβριανῶν μνήμη (Κωνσταντινούπολη, 6-7 Σεπτεμβρίου 1955)

Σεπτεμβριανῶν μνήμη
(Κωνσταντινούπολη, 6-7 Σεπτεμβρίου 1955)



Τοῦ Ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Οἰκονόμου, Ἱεροκήρυκος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καὶ Ἁλμυροῦ


Τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1955 ἦρθε νωρὶς στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὰ σύννεφα ποὺ κάλυπταν τὸν Ἑλληνισμὸ ἦταν γεμάτα σκόνη καὶ ἰαχὲς ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ εἶχαν ἔρθει ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἀνατολῆς. Λαζοί, Τσέτες, Κοῦρδοι, ἔφεραν τὸ Φθινόπωρο στὴ Βασιλεύουσα, τὴν ἕκτη ἡμέρα τοῦ Σεπτέμβρη, ξεκινώντας ἀπὸ τὸ κέντρο τῆς Πόλης, τὴν πλατεία Ταξίμ.

Ἕνας Τοῦρκος γιατρός, μάρτυς κατηγορίας στὴ δίκη τῆς Πλάτης, κατέθεσε τὴν προσωπική του μαρτυρία γιὰ ἐκείνη τὴ μαρτυρικὴ νύχτα:


 «Καθὼς νύχτωνε, ἡ ἀνηφόρα ποὺ κατοικούσαμε ἄρχιζε νὰ γεμίζει ἀπὸ πλήθη. Ἔτρεχαν. Στὰ χέρια τους κρατοῦσαν τουρκικὲς σημαῖες, φωτογραφίες τοῦ Ἀτατοὺρκ καὶ λοστούς. Ἔβριζαν κι ἔφτυναν μπροστὰ στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ ποὺ μέναμε. Ἦταν τὸ μόνο σπίτι ποὺ κατοικοῦσε ρωμιός. Κραύγαζαν ὅτι ἡ Κύπρος εἶναι Τουρκική καὶ ἀναθεμάτιζαν τὸ Μακάριο. Στὴν ἀρχὴ κατέστρεψαν τὸ αὐτοκίνητο τοῦ Σόλωνα. Τὰ ρόπαλα καὶ οἱ κασμάδες ποὺ ἔπεφταν πάνω στὸ αὐτοκίνητο μὲ μίσος, σὲ λίγο τὸ μετέτρεψαν σὲ ἄμορφη μάζα. Στὴ συνέχεια ὅρμησαν πρὸς τὸ σπίτι».

Παραμονὴ τῆς 6ης Σεπτεμβρίου, μιὰ ἔκρηξη στὴν αὐλὴ τοῦ Τουρκικοῦ Προξενείου, στὴ Θεσ/νίκη, συγκλόνισε τὴν περιοχή. Ἐκεῖ βρισκόταν καὶ ὁ γενέθλιος οἶκος τοῦ μεγάλου μεταρρυθμιστῆ τῶν Τούρκων Μουσταφᾶ Κεμὰλ Ἀτατούρκ.

Γιὰ τὸ λαὸ τῆς Τουρκίας ἡ βόμβα ἐκείνη τροφοδοτοῦσε ἕνα νέο ἐκρηκτικὸ μηχανισμό. Τὸ «φίδι» τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ζοῦσε καὶ μεγαλουργοῦσε στὴν Πόλη, ἔπρεπε νὰ ἐξοντωθεῖ. «Καταστράφηκε τὸ σπίτι τοῦ πατέρα μας», ἦταν ὁ τίτλος τῆς «Istanbul Express», ποὺ κυκλοφόρησε στὸ πλῆθος. Τὸ σύνθημα εἶχε δοθεῖ, ἡ παράσταση εἶχε ἀρχίσει. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀφορμή. Ἡ αἰτία ἦταν ὁ ἔνοπλος ἀγώνας τῆς ΕΟΚΑ ποὺ εἶχε ἀρχίσει τὴν ἄνοιξη τοῦ ΄55 γιὰ τὴν αὐτοδιάθεση τῆς Κύπρου.

Ἡ θαλασσοκράτειρα Βρετανία, ποὺ ἔβλεπε τὸ τέλος τῆς ἀποικιοκρατικῆς παντοδυναμίας της νὰ πλησιάζει, ἀποφάσισε νὰ ἐμπλέξει στὸ θέμα τῆς Κύπρου ἕνα νέο παράγοντα: τὴν Τουρκία.

Ἡ νύχτα τῆς 6ης Σεπτεμβρίου κάλυπτε βαριά τὸ χῶμα τῆς ἀμέριμνης Ἑλληνικῆς γῆς, ὅταν τὰ πρῶτα ἐπίσημα κρυπτογραφήματα ἀνήγγειλαν στὴν κυβέρνηση τὸ γεγονός: ἡ Πόλη καιγόταν. Οἱ διαδηλωτὲς ξεκίνησαν κρατώντας τὶς ἐρυθρὲς σημαῖες τῆς ἡμισελήνου καὶ ράβδους γιὰ τὴν καταστροφή. «Σπάστε, γκρεμίστε τοὺς γκιαούρηδες», φώναζαν οἱ ἐπικεφαλεῖς, κρατώντας δακτυλογραφημένες καταστάσεις καὶ ὁδηγοῦσαν τὶς ὁμάδες καταστροφῆς σὲ συγκεκριμένα σημεῖα. Ἡ ἐπίθεση ἐξαπλώθηκε στὴ λεωφόρο Ἰστικλὰλ καὶ στὰ δαιδαλώδη δρομάκια γύρω της, μέχρι τὸ Πέρα, τὸ Μπέγιογλου, τὸ Γαλατά, τὸ Ἐμινονού.

Ἀπὸ μιὰ μαρτυρία τῆς ἐποχῆς διαβάζουμε τὰ ἑξῆς:

«Ἐκεῖνο τὸ βράδυ καθόμουν σ’ ἕνα καφενεῖο τῆς Ἐθνικῆς ὁδοῦ Κων/πολης - Ἀνδριανούπολης. Ἀπὸ τὶς 4:30 τὸ ἀπόγευμα ἄρχισαν νὰ περνοῦν φορτηγὰ γεμάτα μὲ χωρικούς. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ στάθηκε γιὰ νὰ βάλει βενζίνη καὶ ὁ ὁδηγός μου εἶπε: «Φίλε, στὴν Πόλη ἔχει γλέντι». Κατὰ τὶς 10 τὸ βράδυ, ἔφτασε ἀργοπορημένο ἕνα λεωφορεῖο. Ὅταν ρώτησα τὸν ὁδηγό μου εἶπε: «Μὴ ρωτᾶς, τὴν Κων/πολη νὰ μὴ τὴ δεῖς. Ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ἔβαλαν φωτιές, τὴ γκρέμισαν, μετατράπηκε σὲ ἀλάνα».


Δύο μέρες μετὰ τὰ γεγονότα, ὁ Τοῦρκος πρωθυπουργὸς Ἀντνᾶν Μεντερὲς δήλωσε πὼς τὰ ἔκτροπα ἦταν ἔργο κομμουνιστῶν. Ὅμως, ὁ ἀρχηγὸς τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης Ἰσμὲτ Ἰνονοῦ, εἶχε δηλώσει μὲ ἀφοπλιστικὴ εἰλικρίνεια:

«Εἶναι καλὸ ποὺ τὸ κόμμα μας δὲ συμμετεῖχε στὰ γεγονότα. Ὅμως, οἱ ἐκδηλώσεις αὐτὲς ἦταν μία πολὺ καλὰ ὀργανωμένη ἐθνικὴ ἐνέργεια καὶ ὠφέλιμη, γιὰ νὰ καθαρίσει ἡ χώρα μας ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ στοιχεῖο, ποὺ εἶναι ἕνας βραχνάς».

Στὶς 17 Σεπτεμβρίου τοῦ ΄55, τὸ βούλευμα Πλημμελειοδικῶν Θεσ/νίκης ἀποκάλυπτε τὸ παρασκήνιο τῆς καταστροφῆς τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Πόλης. Τὴ βόμβα στὸ Γενικὸ Προξενεῖο εἶχε κομίσει ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα, μέσα στὸ διπλωματικό του χαρτοφύλακα, ὁ Τοῦρκος ὑποπρόξενος Μεχμὲτ Κάλπ, ποὺ ἦταν μέλος τῆς ὀργάνωσης «Ἡ Κύπρος εἶναι Τουρκική». Πέντε χρόνια ἀργότερα, ἡ κυβέρνηση Μεντερὲς ἀνατράπηκε, μετὰ ἀπὸ στρατιωτικὸ πραξικόπημα. Ὁ ἴδιος καὶ ὁ Πρόεδρος Τζελὰλ Μπαγιάρ, δικάστηκαν καὶ ἀπαγχονίστηκαν.

Ὡστόσο οἱ Ἕλληνες τῆς Πόλης δὲ θ’ ἀποζημιωθοῦν ποτὲ γιὰ τὶς περιουσίες, τὶς Ἐκκλησίες, τὰ νεκροταφεῖα καὶ τὰ σχολεῖα ποὺ καταστράφηκαν. Στὴν ἀνηφόρα τοῦ χρόνου ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Πόλης ἀνέβηκε ἔχοντας πάντα χαραγμένο στὴ μνήμη ἐκεῖνο τὸ Σεπτέμβρη. Μετὰ τὶς καταστροφές, ἦρθε ὁ πόνος γιὰ τοὺς κόπους ποὺ χάθηκαν καὶ ὁ φόβος ποὺ δὲν ἔπαψε νὰ συντροφεύει κάθε προσπάθεια ἐπιβίωσης τῶν Ἑλλήνων τῆς Πόλης, ποὺ ἀπὸ τότε δὲν ἦταν ποτὲ πιὰ ἡ ἴδια.

Πίστη πολλῶν εἶναι πὼς ἡ λήθη ἀνταμείβεται μὲ τὴν εἰρήνη. Γιὰ ἄλλους, ὅμως, «ἡ λήθη τοῦ κακοῦ, θ’ ἀποτελεῖ πάντα ἄδεια γιὰ τὴν ἐπανάληψή του». (Λεωνίδας Κουμάκης, Συγγραφέας).



















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.