Τα εκατομμύρια δεν του πρόσφεραν ευτυχία, γι’ αυτό και τα … χάρισε!!!
Του Ανδρέα Κατσούλη για το ethnos.gr
Μια πράξη φιλανθρωπίας τεράστιου βεληνεκούς αποτελεί αναμφισβήτητα μια εικόνα σπάνιας ομορφιάς, για να είναι αληθινή.
Ωστόσο για τον 49χρονο Αυστριακό εκατομμυριούχο επιχειρηματία, Καρλ Ράμπεντερ, υπήρξε μια απόφαση ζωής, η οποία του επεφύλασσε την «αποκωδικοποίηση» του υπαρξιακού γρίφου της αληθινής ευτυχίας.
Ήταν πριν από περίπου μία διετία, όταν ο Ράμπεντερ αποφάσισε να προσφέρει τα πλούτη και την πλειονότητα των υπαρχόντων του σε όσους τα είχαν πραγματικά ανάγκη και να επιλέξει για τον ίδιο μια λιτή ζωή, στρέφοντας την πλάτη του σε κάθε μη απολύτως χρειώδες υλικό αγαθό.
Σήμερα διαβιεί σε ένα μικρό προκατασκευασμένο ξύλινο σπίτι, προσφέροντας τις υπηρεσίες του ως σύμβουλος επιχειρήσεων, με τις μηνιαίες αποδοχές του να υπερβαίνουν μόλις τα 1.200 ευρώ…
«Θέλω να μην έχω τίποτα»
Το εναρκτήριο «λάκτισμα» του φιλανθρωπικού αγώνα του δόθηκε το 2009, όταν έκανε γνωστή μέσω του Διαδικτύου την απόφασή του για τη διεξαγωγή κλήρωσης, με «έπαθλο» την πολυτελή εξοχική κατοικία του στο Τιρόλο, στους πρόποδες των Άλπεων, συνολικού εμβαδού 320 τ.μ., με τη συνολική έκταση του οικοπέδου να αγγίζει τα 17 εκτάρια…
Τα εισπραχθέντα χρήματα, ήτοι σχεδόν 2,2 εκατομμύρια ευρώ, προσφέρθηκαν από τον Ράμπεντερ στο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ίδρυμά του, που δραστηριοποιείται στις χώρες του Τρίτου Κόσμου και της Λατινικής Αμερικής, φροντίζοντας για την εξασφάλιση μικρομεσαίων δανείων σε φτωχούς των οποίων τις αιτήσεις για δάνεια ή άλλου είδους χρηματικές πιστώσεις απορρίπτονταν από τις τράπεζες.
Το επόμενο βήμα του ήταν να πουλήσει την επιχείρησή του, τη λιμουζίνα, το πολυτελές αγωνιστικό αυτοκίνητό του, έξι ιστιοφόρα σκάφη αλλά και το ιδιωτικό αεροσκάφος του.
«Θέλω στο τέλος να μη μου μείνει τίποτα», είχε δηλώσει τον Φεβρουάριο του 2010 ο Ράμπεντερ, συμπληρώνοντας ότι «το χρήμα είναι αντιπαραγωγικό, αποτελώντας τροχοπέδη για την ανθρώπινη ευτυχία»…
Διατηρώντας μια βιοτεχνία ειδών χειροτεχνίας και οικιακής εσωτερικής διακόσμησης, ο Αυστριακός πρώην εκατομμυριούχος «έβγαλε» τα πρώτα εκατομμύριά του από την επιχείρησή του σε ηλικία μόλις 32 ετών, απασχολώντας περισσότερους από 400 εργαζομένους.
«Πίστευα επί χρόνια ότι όσο περισσότερα χρήματα και μεγαλύτερη πολυτέλεια αποκτάς τόσο πιο ευτυχισμένος γίνεσαι. Κατάγομαι από μια πολύ φτωχή οικογένεια, της οποίας ο βασικός κανόνας συνίστατο στην πεποίθηση ότι πρέπει να εργαζόμαστε όσο το δυνατόν πιο σκληρά, προκειμένου να κατέχουμε όλο και περισσότερα υλικά αγαθά. Αυτό τον κανόνα ακολουθούσα επί χρόνια«, τόνιζε πριν από μία διετία στην «Telegraph» ο Ράμπεντερ. Ωστόσο, περνώντας ο καιρός, άρχισαν να φυτεύονται οι πρώτοι σπόροι αμφιβολίας.
«Είχα την αίσθηση ότι προσπαθούσα σαν σκλάβος να αποκτήσω πράγματα, τα οποία όχι μόνο δεν είχα ανάγκη αλλά και πραγματικά δεν ήθελα», επισημαίνει ο Ράμπεντερ.
Το σημείο ”0”
Υπεύθυνο για τη αλλαγή της στάσης και της θεώρησής του απέναντι στα καθημερινά δρώμενα και εν γένει στη ζωή του θεωρείται ένα υπερπολυτελές ταξίδι αναψυχής στη Χαβάη, όπου δαπάνησε, όπως ο ίδιος τονίζει, τόσα χρήματα όσα μπορούν να ξοδευτούν από κάποιον που… δεν ξέρει τι έχει.
Ωστόσο ένιωθε ότι αυτά που βίωνε δεν ήταν αληθινά, ότι έμοιαζαν με ψευδαίσθηση και αυτός δεν ήταν παρά ένας ηθοποιός που έπαιζε τον ρόλο του.
Τώρα ζει σε λυόμενο. Το σαλέ βγήκε στη λοταρία.
Το 2009 ο Ράμπεντερ έστησε μία Διαδικτυακή λοταρία με «έπαθλο» την πολυτελή εξοχική κατοικία του στο Τιρόλο, στους πρόποδες των Άλπεων, συνολικού εμβαδού 320 τ.μ., με τη συνολική έκταση του οικοπέδου να αγγίζει τα 17 εκτάρια… Η τιμή αγοράς ενός λαχνού ορίστηκε από τον ίδιο στα 99 ευρώ και η ημερομηνία λήξης συμμετοχής η 28η Μαρτίου του 2010.
Ο αριθμός των λαχνών που διατέθηκαν ανήλθε στις 21.999 και η μεγάλη τυχερή ήταν μια Βαυαρή ιδιοκτήτρια ενός καταστήματος βιολογικών προϊόντων, η οποία έκτοτε απολαμβάνει μια όαση ηρεμίας σε μια σχεδόν άβατη περιοχή, απολαμβάνοντας κάθε είδους πολυτελείς ανέσεις.
Σήμερα ο Ράμπεντερ ζει σε ένα προκατασκευασμένο σπίτι «ελεύθερος και αλαφρωμένος», όπως επισημαίνει απολαμβάνοντας τον ήλιο και τον καθαρό αέρα. Η φύση, όπως τονίζει τον αποζημιώνουν με μια απαράμιλλη ρεαλιστική αίσθηση ευεξίας και αληθινής ευτυχίας.
«Τα υλικά αγαθά δεν παίζουν τον παραμικρό ρόλο, νιώθω πολύ καλύτερα επειδή βιώνω μόνο αυτά που θα έπρεπε εξαρχής να βιώνω. Ένιωθα επί 20 χρόνια ότι αυτή η ζωή δεν μου πήγαινε», τόνισε προ ημερών στην ηλεκτρονική έκδοση του «Spiegel», αναφερόμενος σε αυτά τα χρόνια που άφησε να περάσουν χαμένα.