Ἡ Ἱερὰ Παράδοση ὡς πηγὴ πίστεως
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ.κ. Ἰεροθέου.
Τί εἶναι ἡ Ἱερὰ Παράδοση, καὶ ποιὰ ἡ σχέση της μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ μὲ τὴ Θεία ἀποκάλυψη;
Ἡ ἴδια ἡ Καινὴ Διαθήκη μᾶς κάνει λόγο γιὰ τὴν Παράδοση ποὺ ἐνεργοῦσε παράλληλα μὲ τὴν Γραφὴ καὶ μᾶς ἀποδεικνύει τὴν ἀλήθεια ὅτι καὶ ἡ Γραφὴ εἶναι ἕνα μέρος αὐτῆς τῆς Παραδόσεως.
Πολλὰ χωρία ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη θὰ μποροῦσα νὰ παραθέσω. Θὰ ἀρκεσθῶ ὅμως στὰ πιὸ χαρακτηριστικά. Στοὺς Θεσσαλονικεῖς γράφει ὁ Ἀπόστολος: «Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. β΄, 15). Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς Ἐπιστολὲς οἱ Χριστιανοὶ καλοῦνται νὰ ἐφαρμόσουν καὶ ὅσα προφορικά τους ὑπογράμμισε ὁ Ἀπόστολος.
Στὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ ὁ Ἀπόστολος τοὺς ἐπαινεῖ γιατί κρατοῦν τὶς παραδόσεις: «Ἐπαινῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὅτι πάντα μου μέμνησθε καὶ καθὼς παρέδωκα ὑμῖν τὰς παραδόσεις κατέχετε» (Α΄ Κορ. ια΄, 2).
Στὴν ἴδια ἐπιστολὴ (Α΄) κάνει λόγο γιὰ μιὰ προγενέστερη ἐπιστολὴ (κεφ. ε΄, 9). Τὸ γράφουμε αὐτὸ γιὰ νὰ δοῦμε ὅτι ὑπῆρξαν καὶ ἀλλὰ κείμενα τὰ ὁποῖα δὲν διασώθηκαν γιὰ νὰ περιληφθοῦν στὸν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Στοὺς Χριστιανοὺς τῶν Φιλίππων γράφει: «...ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ὑμῶν» (Φιλ. δ΄, 9). Πρέπει νὰ τηροῦν ὄχι μόνον ὅσα τοὺς γράφει στὴν ἐπιστολή, ἀλλὰ καὶ ὅσα ἄκουσαν καὶ ὅσα εἶδαν καὶ ὅσα παρέλαβαν. Ἀπὸ αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν περιέχει ὅση τὴν Ἀποκάλυψη.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γράφει: «Πολλὰ ἔχων ὑμῖν γράφειν, οὐκ ἠβουλήθην διὰ χάρτου καὶ μέλανος, ἀλλὰ ἐλπίζω ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ στόμα πρὸς στόμα λαλῆσαι, ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (Β΄ Ἰω., 12). Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐδῶ, ὅπως καὶ στὴν Γ΄ ἐπιστολὴ στ΄, 13, διαβεβαιώνει ὅτι δὲν ἔγραψε ὅλα ὅσα ἔπρεπε νὰ τοὺς πεῖ. Ἐπιφυλάσσεται νὰ ἀναλύσει περισσότερες ἀλήθειες «στόμα πρὸς στόμα» μὲ τὴν προσωπικὴ ἐπικοινωνία.
Ἀλλὰ καὶ τὰ Εὐαγγέλια δὲν περιγράφουν ὅλη τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε παρουσιάζουν ὅλα τα θαύματα τὰ ὁποῖα ἔκανε ὅσο ζοῦσε στὴν γῆ. Τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο καταλήγει ὡς ἑξῆς: «ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. Ἀμήν» (Ἰω. κα΄, 25).
Μερικὰ μόνον χωρία κατεγράφησαν ἀπὸ τὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης γιὰ νὰ διαπιστωθεῖ καθαρότερα ἡ ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα μέρος ὅλης της Ἀληθείας ποὺ παρέλαβαν oι ἅγιοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ βίωσαν ἐν Ἁγίω Πνευματι. Ὅταν, λοιπόν, θεωροῦμε ὡς μόνη πηγὴ τῆς θείας Ἀποκαλύψεως τὴν Ἁγία Γραφή, τότε κολοβώνουμε τὴν ὅση Ἀλήθεια καὶ τὴν ὄσηΑποκαλυψη ποὺ παρέδωσε ὁ Θεὸς στοὺς φίλους Του, ποὺ εἶναι οἱ ἅγιοι, καὶ ἡ ὁποία διαφυλάσσεται μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Μιλώντας γιὰ τὴν Παράδοση ὁ π. Ἀθανάσιος Γιέβτιτς γράφει: «ἡ παράδοσις εἶναι ὁ «θεολογικώτατος κλῆρος», δηλαδὴ ἡ κληρονομιὰ τὴν ὁποία ἔλαβε λέγει (ὁ Δαμασκηνὸς) «ἐκ θεολόγου πατρός», ἐννοῶν τὸν θεολόγον Γρηγόριον. Ἡ «παραλαβὴ» αὐτὴ τοῦ «κλήρου» τῆς παραδόσεως εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, δὲν εἶναι παραλαβὴ μόνον «διδασκαλίας» διότι τότε οἱ Πατέρες θὰ ἐλέγοντο ὄχι Πατέρες, ἀλλὰ ἁπλῶς διδάσκαλοι καὶ παιδαγωγοί. Ὁ Ἄπ. Παῦλος γράφει: «Ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς Πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα» (Α΄ Κορ. δ΄, 15). Κατὰ τὸν Ἀπόστολον, λοιπόν, παράδοσις εἶναι τὸ γεννάσθαι ἀπὸ τοὺς Πατέρας ἐν Χριστῷ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ παραλαμβάνειν τὸν Χριστὸν καὶ μορφοῦν Αὐτὸν ἐν ἡμῖν» (Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ: Ἡ Θεοτόκος, ἔκδ. «ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσσος», σελ. 234).
Ἡ Παράδοση δὲν εἶναι κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, δηλαδὴ τὴν Ὀρθοδοξία. Ὀρθοδοξία θὰ πῆ ὀρθὴ δόξα, δηλαδὴ ὀρθὴ δοξασία ἢ ὀρθὴ διδασκαλία περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλων των θεμάτων ποὺ ὁδηγοῦν στὴν σωτηρία τὸν ἄνθρωπο.
Αὐτὴ ὅμως ἡ ὀρθὴ πίστη ἀπεκαλύφθη ἀπὸ τὸν Θεὸ στοὺς ἄξιους αὐτῆς τῆς Ἀποκαλύψεως, σὲ ὅσους ἔχουν φθάσει στὴν θέωση καὶ ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ παραλάβουν αὐτὴν τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι ὅμως παραλαμβάνουν τὴν Ἀποκάλυψη καὶ τὴν παραδίδουν στὰ πνευματικά τους παιδιὰ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν τὰ ἀναγεννοῦν.
Δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ τυπικὴ παράδοση μιᾶς διδασκαλίας, ἀλλὰ γιὰ τὴν μετάδοση μιᾶς ὁλόκληρης ζωῆς ποὺ ἀνιστᾶ τὸν νεκρὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπο καὶ τὸν ὁδηγεῖ στὴν θέωση. Ἔτσι, ἐπειδὴ οἱ ἅγιοι παραλαμβάνουν καὶ παραδίδουν τὴν ὀρθὴ διδασκαλία, γι’ αὐτό, ἰσχυριζόμαστε, ὅτι ἡ Παράδοση ταυτίζεται μὲ τὴν Ὀρθοδοξία.
Παράδοση δὲν εἶναι ἁπλῶς μερικὲς διδασκαλίες ποὺ παραδίδονται ἐξωτερικὰ ἀπὸ στόμα σὲ στόμα, ἀλλὰ μετάδοση τῆς ζωῆς ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς ἐν Ἁγίω Πνεύματι καὶ τὴν μετέδωσε στοὺς ἀνθρώπους. Δὲν εἶναι ἐξωτερικὰ σχήματα, ἀλλὰ ἀναγέννηση καὶ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκόμη ὑποδεικνύει στὸν ἄνθρωπο τὸν δρόμο καὶ τὸν τρόπο τῆς θεώσεως.
Πηγή: Τὸ βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ.κ. Ἰεροθέου (Βλάχου): «Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ». Ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Της Θεοτόκου (Πελαγίας), σελίδες 30-32. http://www.pelagia.org.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.